Μύθοι και αλήθειες γύρω από την χρήση των subwoofers
Πολύς κόσμος συγχέει τους λόγους της χρήσης των subwoofers στον ήχο. Θα προσπαθήσω να μην μπω σε πολλές τεχνικές λεπτομέρειες, αλλά ταυτόχρονα να εξηγήσω τις βασικές αρχές που διέπουν την χρήση τους και να ξεδιαλύνω μερικούς μύθους. Κατ’ αρχήν θα πρέπει να τονίσω οτι στις μέρες μας εν έτει 2016 (και όχι 1986) δεν νοείται σωστό, πλήρες ηχοσύστημα χωρίς subwoofer και οτι θα εξετάσουμε την χρήση τους μόνο από την πλευρά των dj’s σε μια κάλυψη δεξίωσης είτε σε ανοιχτό είται σε κλειστό χώρο.
-Τι είναι το subwoofer; Μια τόσο απλή ερώτηση που πολλοί όμως απαντούν λάθος. Είναι ένα ηχείο που είναι ειδικά σχεδιασμένο για να αναπαράγει συχνότητες από το κατώτερο όριο του ακουστικού φάσματος (20 Hz) μέχρι ένα -συνήθως ρυθμιζόμενο- ανώτερο όριο που μπορεί να φτάσει έως τα 200 Hz.
-Ποιά όργανα παράγουν ήχο μέσα σε αυτό το φάσμα; Άλλη μια απλή ερώτηση που πολλοί θα απαντήσουν λάθος! Ο περισσότερος κόσμος έχει συνδέσει τον ήχο των subwoofers με τον ήχο μόλις δύο οργάνων, του μπάσου και της μπότας (kick drum). Η αλήθεια είναι οτι πάρα πολλά μουσικά όργανα έχουν “θεμελειώδεις νότες” μέσα σε αυτό το εύρος και ακόμα περισσότερα έχουν “aftertouch” / “αρμονικές” συχνότητες που εκτείνονται μέσα σε αυτό το φάσμα. Σε ό,τι αφορά την Ελληνική παραδοσιακή μουσική μερικά παραδείγματα είναι το κλαρίνο (ξεκινάει τις βασικές του νότες από τα 139Hz), η κιθάρα (ξεκινάει τις βασικές της νότες από τα 82Hz) και φυσικά τα διάφορα “νταούλια” (που μπορούν να ξεκινούν από τα 60Hz). Αυτό που είναι όμως πιο ενδιαφέρον είναι το “aftertouch”, δηλαδή ο έξτρα ήχος που παράγεται μετά το “πάτημα” της βασικής νότας. Για παράδειγμα o ήχος μιας μπότας (kick drum) μπορεί άνετα να “χτυπάει” στα 200Hz αλλά αμέσως μετά παράγονται ένα σωρό συχνότητες από 30Hz μέχρι και 500Hz. Το ίδιο συμβαίνει και σε άλλα όργανα. Έτσι λοιπόν η “πληροφορία” που υπάρχει στο συγκεκριμένο εύρος συχνοτήτων είναι πολύ περισσότερη απ’ ότι νομίζουν οι περισσότεροι dj’s.
-Γιατί μας ενδιαφέρει όμως ποια όργανα αναπαράγουν ήχο στο συγκεκριμένο εύρος; Κανονικά δεν θα έπρεπε να μας ενδιαφέρει. Μας ενδιαφέρει μόνο για να διαλύσουμε τον μύθο ότι “τα κλαρίνα δεν έχουν μπάσο και επομένως ένα subwoofer δεν θα παίζει ήχο, άρα δεν χρειάζεται.”
-Ναι, αλλά δεν θα παίζει τόσο δυνατά όσο σε άλλου είδους μουσική. Σωστό. Αλλά το παν στον ήχο δεν είναι η “δύναμη” (ή αλλιώς η ένταση αναπαραγωγής) Το παν είναι η όσο το δυνατόν πιο “σωστή” αναπαραγωγή.
Και εξηγώ: Έστω ότι έχουμε μία γαμήλια δεξίωση που θα παίξουμε αποκλειστικά και μόνο κλαρίνα και μάλιστα σε παραδοσιακές ηχογραφήσεις χωρίς synthesizers / αρμόνια / drums κτλ. και ότι έχουμε ηχοσύστημα με subwoofer. Το subwoofer όπως είναι αναμενόμενο δεν θα παίζει πολύ δυνατά αφού έχει μεν πληροφορία από τα όργανα, αλλά όχι σε μεγάλη ενέργεια. Θα μπορούσαμε λοιπόν “πονηρά σκεπτόμενοι” να πούμε οτι θα αυξήσουμε την ένταση του subwoofer για να παίζουμε πιο δυνατά και να “καλύψουμε” μεγαλύτερη επιφάνεια ηχητικά. Λάθος! Αυτό που θα καταφέρναμε σε αυτή την περίπτωση θα ήταν να αλλοιώσουμε τον ήχο της ηχογράφησης και να υπερτονίσουμε κάποιες συχνότητες. Θα κάναμε τον ήχο πιο κουραστικό για τον ακροατή (καθώς θα του φαινόταν αφύσικος ήχος) και προς μεγάλη μας έκπληξη δε θα κερδιζαμε μεγαλύτερη επιφάνεια κάλυψης, καθώς αυτή δεν εξαρτάται μόνο από την ένταση που βγάζει το subwoofer.
-Και τότε γιατί να χρησιμοποιήσουμε subwoofer; Αυτό που δυσκολεύονται να καταλάβουν πολλοί συνάδελφοι είναι ότι όσο πιο “σωστός” και πιο “γεμάτος” (σε πληροφορία) είναι ο ήχος, τόσο λιγότερο κουράζουμε το κοινό μας. Η χρήση subwoofer επιβάλεται στις μέρες μας όχι για να αυξήσουμε την ένταση του ηχοσυστήματος μας αλλά για να αυξήσουμε την ποιότητά του. Η ποιότητα του ήχου είναι πολύ πιο σημαντική από την ένταση για εκατομμύρια λόγους. Ένα ποιοτικό ηχοσύστημα μπορεί να μην κρατήσει το κοινό μας παραπάνω από όσο έχει σκοπό να μείνει στη δεξίωση, αλλά ένα κακής ποιόητας ηχοσύστημα σίγουρα θα διώξει ένα μέρος του νωρίτερα απ’ ότι σκόπευε να μείνει.
Προσωπικά έχω παρευρεθεί σαν καλεσμένος σε δεξίωση από την οποία έφυγα “άρων – άρων” επειδή ο συνάδελφος που έπαιζε προσπαθούσε με δύο ηχεία 150 Watt να καλύψει δεξίωση 600 ατόμων. Το πρόβλημα δεν ήταν ότι η μουσική δεν ακουγόταν δυνατά. Το πρόβλημα ήταν ότι στην προσπάθειά του να παίξει όσο πιο δυνατά μπορούσε με αυτά τα ηχεία, τα limiters των ηχείων δούλευαν υπερωρίες κάνοντας τα να “τσιρίζουν” και να μας κουράζουν όλους. Αν έπαιζε με λιγότερη ένταση και δεν έμπαινε συνεχώς στο limiter, τότε μπορεί στα πιο πίσω τραπέζια να μην ακούγαμε τόσο δυνατά, αλλά τουλάχιστον δεν θα μας ενοχλούσε το τσίριγμα των ηχείων.
Τελειώνοντας, να πω οτι αντίθετα με ότι νομίζουν οι περισσότεροι συνάδελφοι, η κάλυψη ενός χώρου δεν εξαρτάται μόνο από την εντάση του ηχοσυστήματος. Η κάλυψη ενός χώρου είναι ολόκληρη επιστήμη και θα προσπαθήσω στο άμεσο μέλλον να εξηγήσω από τι ακριβώς εξαρτάται και πως μπορούμε ακόμα και με “μικρό” ηχοσύστημα να καλύψουμε ακόμα και σχετικά μεγάλους, ανοιχτούς χώρους.
Γιώργος Τσαγαδόπουλος